Το κουφάρι της Αμφίπoλης βρωμάει εθνικισμό

Τους τελευταίους μήνες παρακολουθούμε μέσα από τους μηχανισμούς του θεάματος σύσσωμη την επιστημονική, πνευματική και πολιτική ελίτ του έθνους σε απευθείας σύνδεση να μας ενημερώνει διαρκώς για την εξέλιξη των ερευνών, προς αναζήτηση εθνικά φανταχτερών κουφαριών. Εν μέσω βομβαρδιστικών ειδήσεων για μέτρα, φόρους περικοπές και εξαθλίωση, το εθνικό φρόνημα των ελλήνων[1] επιχειρείται να τονωθεί μέσα από τα ερείπια ενός υποτιθέμενου «ένδοξου», «ελληνικού» παρελθόντος, φροντίζοντας παράλληλα να τονιστεί η «ελληνικότητα» της Μακεδονίας, που τόσο έχει απασχολήσει τον ελληνικό εθνικισμό εδώ και δεκαετίες[2]. Σε καιρούς εντεινόμενης καπιταλιστικής λεηλασίας και επιβολής του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, το οποίο έχει μετατραπεί σε κανόνα, με πρόσχημα τη σωτηρία της εθνικής οικονομίας, το έθνος ως φαντασιακή κατασκευή, επιτελεί τον έτσι κι αλλιώς ιστορικό του ρόλο, δηλαδή τόσο να αμβλύνει τις ταξικές και κοινωνικές αντιθέσεις προτάσσοντας ένα αυθαίρετο διαταξικό «εμείς», όσο και να εγκολπώσει διαφορετικές απογυμνωμένες από την ιστορικότητα τους και ανανοηματοδοτούμενες συνδέσεις με το παρελθόν για να νομιμοποιηθεί και να θεμελιωθεί πάνω σε προγόνους, αρχαιολογικά ερείπια και «ένδοξες» μάχες.

Μια καλή δόση α λα γκρεκ εθνικής υπερηφάνειας…

Σε αντίθεση με τη σημασία που δίνεται συνήθως στις υπόλοιπες αρχαιολογικές ανασκαφές, στην περίπτωση της Αμφίπολης η ανασκαφή έχει μετατραπεί σε ένα reality show, με κάθε λογής εξελίξεις, λεπτομέρειες και ευρήματα να δημοσιεύονται σε πρώτο χρόνο. Σε αυτό το show παίρνουν μέρος κάθε είδους εμπειρογνώμονες, ειδικοί και πανεπιστημιακοί, που για πέντε λεπτά δημοσιότητας λαμβάνουν μέρος στο πανηγύρι της προγονοπληξίας και της παραπλάνησης, επικαλούμενοι τον επιστημονισμό. Τα ΜΜΕ, μηχανισμός στις επιταγές του κράτους έκτακτης ανάγκης, δημιουργούν έτσι στο κοινό την αίσθηση ότι πρόκειται για ένα εύρημα που αποδεικνύει τη «μεγαλοπρέπεια» του ελληνικού πολιτισμού, δίνοντας στους παθητικούς δέκτες την κατάλληλη δόση α λα γκρεκ εθνικής υπερηφάνειας, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τη μιζέρια της πραγματικής τους ζωής, που αφήνεται όλο και περισσότερο έρμαιο στις διαθέσεις της κυριαρχίας. Ενδεικτικό είναι ότι η επικεφαλής της ανασκαφής Περιστέρη, έχοντας την αμέριστη στήριξη του υπουργείου πολιτισμού και της κυβέρνησης, τροφοδοτεί δουλικά τους μηχανισμούς τους θεάματος και πουλάει την έρευνα της λάιβ στον τηλεοπτικό φακό. Την ίδια στιγμή μάλιστα που η αρχαιολογική υπηρεσία διαλύεται και χιλιάδες αρχαιολόγοι απολύονται, στην Περιστέρη έχουν εγκριθεί ως τώρα για την ανασκαφή κονδύλια εκατομμυρίων ευρώ.

Μέσα από όλο αυτό το πανηγύρι δε θα μπορούσε να λείπει η επέλαση του κεφαλαίου, με μικρούς και μεγάλους παράγοντες να μιλούν ήδη για την τουριστική «αξιοποίηση» του αρχαιολογικού χώρου και την «ανάπτυξη» του τόπου. Στους χρηματοδότες της ανασκαφής δεν λείπει και η Ελληνικός Χρυσός Α.Ε, γνωστή ήδη για τις δραστηριότητες της στην ορεινή Χαλκιδική και την καταστροφή και υποβάθμιση μιας ολόκληρης περιοχής, θέλοντας να κερδίσει κοινωνική νομιμοποίηση.

Η αρχαιολογία στην Ελλάδα ανέκαθεν εξυπηρετούσε εθνικά συμφέροντα, καθώς αποτελεί έναν από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους. Με σκοπό την εθνική συγκρότηση και νομιμοποίηση, ο υλικός πολιτισμός χρησιμοποιείται ως απόδειξη της «ελληνικότητας» και ερμηνεύεται κατά το δοκούν με την επιλεκτική επιλογή προγόνων και προκατόχων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της Βεργίνας το 1977, όπου και πάλι τα φώτα της δημοσιότητας στράφηκαν στην αρχαιολογία, για να εμπεδωθεί και να διατρανωθεί η «ελληνικότητα» της Μακεδονίας με τον Φίλιππο Β’, τον πατέρα του Μεγαλέκου, αυτή τη φορά να είναι ο κάτοχος του τάφου, σύμφωνα με τους ανασκαφείς. Το κουφάρι του Μεγαλέκου αποτελεί για αιώνες το ιερό λείψανο που αναζητούν οι αρχαιολόγοι, σαν άλλοι σταυροφόροι, όπως και τώρα στην Αμφίπολη, και ενισχύει τον μακεδονικό και ελληνικό εθνικισμό, με την αυθαίρετη αναγωγή των ευρημάτων σε εθνικά σύμβολα και ενισχύοντας το γόητρο της εθνικής τους ματαιοδοξίας.

Ενάντια στις νεκραναστάσεις εθνικών φρονημάτων και τις αναζητήσεις λειψάνων των ηγεμόνων του παρελθόντος, τα αγάλματα και τα φανταχτερά σύμβολα της ανά των αιώνων εξουσίας, να οικειοποιηθούμε την ιστορική μνήμη, μακριά από κυρίαρχες αφηγήσεις, χρησιμοποιώντας την ως εργαλείο για την κατανόηση των συστημάτων καταπίεσης του παρελθόντος, μακρυά από κλειστές ακαδημαϊκές συζητήσεις ακίνδυνες για την εξουσία, αλλά επαναφέροντας και ανανοηματοδοτώντας την μέσα στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες του σήμερα. Μέχρι αυτός ο πολιτισμός της εξουσίας και της εκμετάλλευσης να αποτελέσει ο ίδιος αρχαιολογικά συντρίμμια, πάνω στα οποία θα οικοδομηθεί ένας πολιτισμός ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης.

Ο τάφος της Αμφίπολης είναι μια παγίδα,

Οι προλετάριες δεν έχουνε πατρίδα

αυτόνομο σχήμα ιστορικού – αρχαιολογικού

[1] «Αλλά σε αυτό τον αγώνα να κερδίσουμε το μέλλον μας, έχουμε στήριγμα έναν καλό οιωνό, γιατί στην ένδοξη γη της Μακεδονίας ανακαλύφθηκε ένα μοναδικό μνημείο». Από την ομιλία του Σαμαρά για την Αμφίπολη στην ΔΕΘ.
[2]«Το μνημείο […]μία ακόμη επιβεβαίωση για την ελληνική ταυτότητα της Μακεδονίας μας» και «Βλέπετε κάποιοι χτίζουν σύγχρονα αγάλματα καρικατούρες και προσπαθούν να οικειοποιηθούν την ιστορία μας, αλλά εδώ μιλούν οι ίδιοι οι αρχαίοι Μακεδόνες και η μακεδονική γη». Από την ομιλία του Σαμαρά για την Αμφίπολη στην ΔΕΘ.

 

το κείμενο σε μορφή pdf εδώ: το κουφάρι της Αμφίπολης βρωμάει εθνικισμό